Δευτέρα 20 Ιανουαρίου 2014

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΦΣ ΔΡΑΜΑΣ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ ΔΕΠ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΑΠΘ



Δράμα 17.01.2014
Αξιότιμοι Συνάδελφοι,
Όπως γνωρίζετε το τελευταίο διάστημα με σχετική αλλαγή της νομοθεσίας επιτρέπεται η διάθεση συμπληρωμάτων διατροφής σε διάφορα καταστήματα όπως τα Super Market με μόνη προϋπόθεση την ύπαρξη μιας σχετικής επιγραφής.  Παράλληλα γιγαντώνεται ανεξέλεγκτα η δημιουργία e-shop φαρμακείων αλλά και άλλων επιχειρήσεων που δεν προσδιορίζονται οι οποίες διαθέτουν τέτοια σκευάσματα, όπως επίσης και εξειδικευμένα προϊόντα φροντίδας δέρματος και φυτοθεραπείας ελεύθερα μέσω του διαδικτύου προς αγορά κατά την κρίση του καταναλωτή, χωρίς να παρεμβάλλεται επαφή με φαρμακοποιό. 




Στον ειδικό τύπο, τα ΜΜΕ και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προβάλλεται έντονα η άποψη πως στα πλαίσια της συμμόρφωσης με την μνημονιακή πολιτική η διάθεση των Μη Υποχρεωτικώς Συνταγογραφούμενων φαρμάκων θα πρέπει να  μπορεί να γίνεται επίσης ελεύθερα από τα Super Market.  Ταυτόχρονα η τιμή τους θα απελευθερωθεί στα πλαίσια μιας υποτιθέμενης  εξοικονόμησης πόρων για τους ασθενείς. Πέρα από τη διαμάχη σχετικά με το εάν αυτή η ενέργεια θα οδηγήσει σε διαφορετική διαμόρφωση τελικών τιμών διάθεσης προς τον ασθενή (εις το όνομα της οποίας γίνεται και αυτή η «αυτό-αποκαλούμενη» μεταρρύθμιση),ζήτημα για το οποίο υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις και μελέτες μεταξύ διεθνών οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ και ο ΠΟΥ, σας ζητούμε να εκφράσετε ως καθ’ όλα αρμόδιοι την άποψή σας σχετικά με το εάν και κατά πόσο είναι ασφαλής η χορήγηση (και κατ επέκταση επικίνδυνη ή όχι για την δημόσια υγεία) ΜΥΣΥΦΑ, δερμοκαλλυντικών, συμπληρωμάτων διατροφής και φυτοθεραπευτικών σκευασμάτων εκτός των φαρμακείων χωρίς την επίβλεψη και την επιστημονική συμβουλή του φαρμακοποιού είτε στα πλαίσια της εξ αποστάσεως διάθεσης μέσω Internet είτε στα πλαίσια της διάθεσης μέσω καταστημάτων όπως τα Super Market.

Εξάλλου είναι γνωστό ότι το δίκτυο φαρμακείων καλύπτει το σύνολο του Ελλαδικού χώρου επί 24ώρου βάσης,             και οι τιμές διάθεσης των διατιμημένων σκευασμάτων είναι από τις χαμηλότερες πανευρωπαϊκά. Ειδικότερα οι πωλήσεις των ΜΥΣΥΦΑ στην Ελλάδα συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ παρά την χαμηλή τους τιμή είναι πολύ χαμηλές ποσοστιαία συγκρινόμενες με τα συνταγογραφούμενα φάρμακα. Μετά ενός σημείου δημιουργείται η εντύπωση πως πολιτεία επιθυμεί να άρει τον φυσικό φραγμό διάθεσης  (το χέρι του φαρμακοποιού) αυτών των σκευασμάτων αντιμετωπίζοντας τα ως αγορά που μένει να αναπτυχθεί.

Ανάλογης φύσης ζητήματα εγείρονται και από δημοσιεύματα  (Ημερησία 03/01/2014) που θέλουν τα ΕΛΤΑ να είναι  στο άμεσο μέλλον σε θέση να εκτελούν συνταγές και να αποστέλλουν τα φάρμακα στους ασφαλισμένους, αν και δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί οι συνθήκες μέσα από τις οποίες τα ΕΛΤΑ θα μπορούν να παρέχουν τέτοιες υπηρεσίες.

Πέραν αυτών των προσφάτων εξελίξεων θα μπορούσαμε να πούμε συνοπτικά ότι η κατάσταση στο χώρο του φαρμάκου έχει ως εξής:

Η δημιουργία ενός πολύπλοκου συστήματος υπολογισμού συμμετοχών με την εισαγωγή εννοιών όπως αυτή της ασφαλιστικής τιμής αλλά και του περιβόητου 1 ευρώ επιβάρυνσης ανά συνταγή έχουν μεν καταφέρει να ρίξουν την φαρμακευτική δαπάνη εντός των προϋπολογιζόμενων στόχων, πρακτικά όμως με αποτέλεσμα την σημαντική αύξηση της πραγματικής συμμετοχής του ασθενή για την κάλυψη του κόστους της θεραπείας του.

Οι (ας ευχηθούμε προσωρινές) μεγάλες καθυστερήσεις πληρωμών, η σημαντική καθυστέρηση αποπληρωμής χρεών του 2011 του ΕΟΠΥΥ προς όλους τους συνεργαζόμενους με αυτόν υγειονομικούς χωρίς την δυνατότητα συμψηφισμού έναντι στην εφορία η οποία αγνοεί το γεγονός της καθυστέρησης πληρωμών απαιτώντας φόρο από ανείσπρακτα χρήματα καθιστά την λειτουργία του μικρομεσαίου φαρμακείου μια πολύπλοκη και πολλές φορές αδύνατη χωρίς εξωτερικό δανεισμό διαδικασία. Καλώς ή κακώς τα φαρμακεία απορρόφησαν αυτές τις καθυστερήσεις πληρωμών, οι οποίες σε συνδυασμό με την διαρκή υποτίμηση των τιμών των φαρμάκων τα οδήγησε σε οικονομική ασφυξία στην συντριπτική τους πλειοψηφία.

Η εφοδιαστική αλυσίδα των φαρμακείων, οι ΣΥΦΑ και οι ιδιωτικές αποθήκες έπεσαν και αυτές θύμα των εξελίξεων με τα φαρμακεία να μην μπορούν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους, τις τιμές των αποθεμάτων να πέφτουν διαρκώς και από την άλλη μεριά η φαρμακοβιομηχανία να τηρεί άκαμπτη στάση προκαλώντας ελλείψεις και επιβάλλοντας εξωπραγματικές προϋποθέσεις διάθεσης φαρμάκων. Το πρακτικό αποτέλεσμα είναι η εξαιτίας των ελλείψεων επιπλέον δυσκολία έγκαιρης σωστής θεραπείας των ασθενών λόγω μη ύπαρξης φαρμάκων που πολλές φορές δεν έχουν υποκατάστατα. Επίσης οι θέσεις εργασίας μειώνονται θεαματικά.

Είναι ευνόητο ότι ο μέσος ασθενής δεν διαθέτει την οικονομική άνεση για να καλύπτει την θεραπεία του την στιγμή της χορήγησης των φαρμάκων και δυσκολεύεται ή αδυνατεί να διαθέσει χρήματα για σκευάσματα που λειτουργούν επικουρικά μεν αλλά εστιάζονται στην πρόληψη ή αποτροπή της εκδήλωσης των συμπτωμάτων των ασθενειών όπως οι βιταμίνες, τα συμπληρώματα διατροφής και τα φυτοθεραπευτικά σκευάσματα. Έτσι και ο φαρμακοποιός πρέπει άτυπα να διαχειριστεί παράλληλα με όλα τα υπόλοιπα τα χρέη του ασθενή του προς αυτόν αντιμετωπίζοντας καθημερινά ευκόλως εννοούμενα ανθρωπιστικά διλήμματα.

Η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών εξακολουθεί να εμπιστεύεται το φαρμακείο της γειτονιάς αναγνωρίζοντας τον ρόλο του φαρμακοποιού στην πρωτοβάθμια φροντίδα. Εκπαιδεύει τους ασθενείς για την σωστή λήψη των φαρμάκων, ελέγχει τις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις, αξιολογεί καθημερινά την πορεία της θεραπείας των ασθενών ενημερώνοντας τους για τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης των προβλημάτων υγείας που τους ταλαιπωρούν. Πιστεύουμε ότι θα έπρεπε ο φαρμακοποιός να αμείβεται για τις υπηρεσίες αυτές ειδικά στις απομακρυσμένες περιοχές με ελλιπή υγειονομική κάλυψη. Σε κάθε περίπτωση η διάγνωση και η επιλογή της θεραπείας πρέπει να παραμείνει στα χέρια του γιατρού. Η προχορήγηση φαρμάκων που δεν αφορούν σε χρόνιες παθήσεις όπως τα αντιβιοτικά χωρίς να προηγηθεί ιατρική εξέταση μας βρίσκει κάθετα αντίθετους.

Δυστυχώς και σε επίπεδο νοσοκομειακών ιδρυμάτων ο ρόλος του φαρμακοποιού αγνοείται επιδεικτικά (όπου αυτός υπάρχει) ενώ στον ιδιωτικό τομέα (ιδιωτικές κλινικές) το υπέρογκο κόστος ασφάλισης καθιστά αποτρεπτική την πρόσληψη εξαιτίας των συσσωρευμένων χρεών του ΕΟΠΥΥ και προς αυτήν την κατεύθυνση.

Η προσπάθεια για ψηφιοποίηση του συστήματος υγείας έχει πετύχει σημαντική πρόοδο σε κάποιους τομείς αλλά ακόμη δεν μπορεί να ειπωθεί πως έχει επιλύσει σημαντικά περισσότερα προβλήματα από αυτά που δημιούργησε, δεν έχει θεσπιστεί ακόμη η κάρτα υγείας για να υπάρχει συνολική εικόνα της θεραπείας του ασθενή, δεν υπάρχει εφαρμογή θεραπευτικών πρωτοκόλλων παρά μόνο σε λίγες περιπτώσεις, ενώ ακόμη και σήμερα ο ιατρικός κόσμος τεχνηέντως επιχειρεί να επιβάλλει την εμπορική ονομασία έναντι της δραστικής ουσίας ως κριτήριο επιλογής σκευάσματος για την θεραπεία των ασθενών.  Δυστυχώς η προπαγάνδα ενάντια στα γενόσημα έχει πάρει πολιτικές διαστάσεις με ότι αυτό συνεπάγεται σε επίπεδο δημιουργίας εντυπώσεων στους ασθενείς.

Δεν έχουμε μεταβεί ακόμη σε ένα πλήρως ηλεκτρονικό σύστημα, με αποτέλεσμα να υπάρχει ανάγκη ο φαρμακοποιός να πρέπει να ελέγχει ένα σύνολο συνοδευτικών εντύπων και δικαιολογητικών επί της συνταγής (σφραγίδες) ενώ τα παραπεμπτικά χορήγησης αναλωσίμων υλικών για τους διαβητικούς αλλά και οι χειρόγραφες συνταγές πρέπει να καταχωρούνται από τον φαρμακοποιό απορροφώντας σημαντικό χρόνο εργασίας που θα μπορούσε να διατίθεται για την παροχή υπηρεσιών προς τους ασθενείς. Ο φαρμακοποιός μάλιστα πρέπει να ελέγχει και την ασφαλιστική ικανότητα του ασθενή ενώ η διαρκής μεταβολή των προϋποθέσεων χορήγησης φαρμάκων (ειδικότητες ιατρών που μπορούν να τα χορηγήσουν, διαγνώσεις που πρέπει να καταχωρηθούν) με ακατάπαυστη ροή εγκυκλίων οδηγούν στην περικοπή πολλές συνταγές με το κόστος να το επωμίζεται ο φαρμακοποιός που δεν ενημερώνεται εγκαίρως για αυτές να μην μπορεί να ζητήσει ένσταση και επανεξέταση των περικοπών.

Να μην ξεχάσουμε να αναφέρουμε πως για τα φάρμακα υψηλής αξίας το κέρδος του φαρμακοποιού έχει οριστεί στα 30 ευρώ ενώ υπάρχει υποχρεωτική έκπτωση στον ΕΟΠΥΥ (rebate) το οποίο υπερβαίνει σε κάποιες περιπτώσεις τα 30 ευρώ με αποτέλεσμα πρακτικά ο φαρμακοποιός να πληρώνει προσωπικά την θεραπεία του ασθενή, ή στην καλύτερη περίπτωση να πληρώνει μετρητά ένα πόσο και να εισπράττει το ίδιο ποσό με λίγα ευρώ περισσότερα ορισμένους μήνες μετά. Προφανώς όπου υπάρχει τραπεζικός δανεισμός το κόστος δανεισμού υπερβαίνει αυτά τα λίγα ευρώ με αποτέλεσμα και πάλι ο φαρμακοποιός να καλύπτει προσωπικά το κόστος θεραπείας του ασθενή.

Υπό αυτές τις συνθήκες πληρωμών, με τις δεδομένες τιμές φαρμάκων, το μέγεθος της γραφειοκρατίας και χωρίς θεσμοθετημένη αμοιβή για την παροχή υπηρεσιών ακόμη και εάν θεωρήσουμε πως ένα φαρμακείο είχε ατελείωτη ρευστότητα και κεφαλαιακή επάρκεια, χώρους και εξοπλισμό και επανδρωνόταν αποκλειστικά από φαρμακοποιούς που δεν θα είχαν αντίρρηση να εργάζονταν 12ωρα για την ελάχιστη αμοιβή που προβλέπεται από το κράτος ο κάθε ένας από αυτούς προκειμένου να εργαστεί δεοντολογικά θα έπρεπε να είχε υπό την επίβλεψη του εκατοντάδες ασθενείς στους οποίους θα μπορούσε να αφιερώνει μόνον περί τα 15 λεπτά μηνιαίως ανά ασθενή καθαρά και μόνο προκειμένου να «προλάβει» να καλύψει το ελάχιστο μισθολογικό και ασφαλιστικό κόστος. Η διαρκείς μειώσεις τιμών, η απώλεια επαγγελματικής ύλης, η γραφειοκρατία, η φορολογία και η οικονομική αποδυνάμωση του συστήματος υγείας ενδέχεται να έχουν ως άμεση συνέπεια την μείωση σε ποσότητα και ποιότητα των υπηρεσιών που οι υγειονομικοί μπορούν να παρέχουν στους ασθενείς.

Δεν είναι πρόθεση μας με την επιστολή αυτή ούτε να απαιτήσουμε από το ΑΠΘ να λύσει όλα τα προβλήματα του συστήματος υγείας, ούτε να απεμπολήσουμε τις ευθύνες μικρής μερίδας «συναδέλφων» για τον τρόπο που λειτουργούν απέναντι στους ασθενείς ή τους υπόλοιπους συναδέλφους τους κει γενικότερα τους υπόλοιπους υγειονομικούς. Όπου και όπως μπορούμε στεκόμαστε απέναντί τους. Οι περικοπές παροχών επί δικαίων και αδίκων ήδη έχουν φέρει το σύστημα υγείας και τους στηριζόμενους σε αυτό ασθενείς στα όρια τους και πέρα από αυτά. Το ασφυκτικό οικονομικό περιβάλλον που περιγράφτηκε παραπάνω κλονίζει και αμφισβητεί το ρόλο του φαρμακοποιού της γειτονίας στην πρωτοβάθμια περίθαλψη. Ρόλο που γνωρίζουν από πρώτο χέρι κάτοικοι ιδιαίτερα των απομακρυσμένων περιοχών.  Με ανεπαρκή πρόληψη λόγω αδυναμιών του συστήματος η στροφή στην αυτοθεραπεία μέσω των e-shop και των Super Market υπό το καθεστώς ανεξέλεγκτης διαφήμισης και τιμολογιακής πολιτικής εκτός του ότι θα γονατίσει τα φαρμακεία θα προκαλέσει την εμφάνιση νέου κύκλου προβλημάτων τα οποία κατά την κρίση μας είστε σε καλύτερη θέση από εμάς να επισημάνετε στο ευρύ κοινό, και την πολιτική ηγεσία καθώς και να τονίσετε τη σημασία του φαρμακείου της γειτονιάς στην αλυσίδα πρωτοβάθμιας περίθαλψης.

Ο Πρόεδρος              Ο  Γραμματέας     

Δημήτρης Ράγιας         Ζουρνατζόγλου Γιώργος

Δεν υπάρχουν σχόλια: